Αν έμενε κανείς στις περιγραφές του Τύπου για την προεκλογική κατάσταση στην Θράκη, θα θεωρούσε ότι το κλίμα ήταν ιδιαίτερα τεταμένο. Εμείς κάναμε ειδικό ρεπορτάζ και διαπιστώσαμε ότι οι συνθήκες είναι πολύ πιο υγιείς απ' ότι παρουσιάζονται.
Όπως σε κάθε ανάλογη πολιτική αναμέτρηση, έτσι και φέτος στις περιφερειακές εκλογές υπήρχαν έξι κομματικοί συνδυασμοί. Ένας, όμως, φάνηκε να κεντρίζει το ενδιαφέρον, καθώς περιελάμβανε μονάχα μουσουμάνους υποψηφίους. Βέβαια, αυτό δεν θα ήταν καθόλου ανησυχητικό, αν η υποψήφια του ανεξάρτητου μειονοτικού συνδυααμού δεν προέβαινε σε προκλητικές δηλώσεις στην ομιλία της περί διαχωρισμού τουρκικών και ελληνικών χωριών και περί καταπάτησης των δικαιωμάτων των πρώτων στην περιφέρεια της Κομοτηνης.
Επειδή, λοιπόν, πολλά διαβάζουμε, αλλά λίγα πρέπει να πιστεύουμε, βγήκαμε στους δρόμους την ημέρα των εκλογών, ήρθαμε σε επαφή και συζητήσαμε τόσο με χριστιανούς όσο και με μουσουλμάνους Έληνες πολίτες.
Τα συμπεράσματά μας; Οι ηλικιωμένοι, ανεξαρτήτως θρησκετικής ταυτότητας ψήφισαν με καθαρά ιδεολογικά κριτήρια. Αυτό μάς τόνιζαν σε κάθε ευκαιρία και οι ίδιοι: “για το καλό του τόπου και όλων”. Δεν εξέφρασαν ιδιαίτερη προτίμηση για κάποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα, αφού έχουν απογοητευτεί με την τακτική και τις πολιτικές που ακολουθούν. Τακτικές που έχουν οδηγήσει σε οικονομικό τέλμα. Επιθυμούν νέους ανθρώπους να διοικήσουν. Ανθρώπους που δεν έχουν διαφθαρθεί από την απληστία. Φυσικά, δεν κρύβουν πως ο αμιγώς μουσουλμανικός συνδυασμός προκάλεσε αναταραχή, όμως αυτό δεν τους επηρεάζει σε κοινωνικό επίπεδο. Όσον αφορά στους χριστιανούς Έλληνες πολίτες, τόσο οι μεσήλικες όσο και οι ηλικιωμένοι, δεν έκρυψαν το φόβο τους για την ανεξαρτητοποίηση της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας. Ωστόσο, εμφατικά μας δήλωσαν ότι αυτό δεν οφείλεται στο μεγάλο αριθμό μουσουλμάνων Ελλήνων -αφού οι χριστιανοί Έλληνες πολίτες αποτελούν την πλειότητα- αλλά κυρίως στις πολιτικές που ασκούν οι πολιτικοί της χώρας μας.
Αξίζει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο πως παρά την απελπισία και την πολιτική σήψη που αναγνωρίζουν και οι ίδιοι, οι μεσήλικες ανεξαρτήτως θρησκείας ψηφίζουν τους “γνωστούς τους”. Μάλιστα, οι μορφωμένοι μουσουλμάνοι Έλληνες πολίτες κατακρίνουν τον αμιγώς μουσουλμανικό συνδυασμό με το επιχείρημα ότι σε όλους τους συνδυασμούς υπάρχουν τόσο χριστιανοί όσο και μουσουλμάνοι. Επομένως, φαίνεται προκλητικό να υπάρξει αμιγώς μουσουλμανικός συνδυασμός, απο τη στιγμή που δεν υπάρχει προβλημα. Αντίθετα, οι Ρομα της Κομοτηνής επιβραβεύουν το συνδυασμό αυτό θεωρώντας πως καταπατώνται τα δικαιώματά τους και πως είναι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Η Κομοτηνή είναι ίσως η μοναδική πόλη στην Ελλάδα, όπου ο σεβασμός στην πολιτισμική διαφορετικότητα είναι αρχή για την αρμονική συνύπαρξη των κατοίκων. Ο χριστιανικός πληθυσμός και η μουσουλμανική μειονότητα που απαρτίζουν την τοπική κοινωνία της Κομοτηνής, διαμένουν στην ίδια περιοχή και μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες και προβλήματα εδώ και χρόνια. Η διαφορά στην θρησκεία, στην παράδοση και στην γλώσσα δεν είναι τροχοπέδη για την μεταξύ τους συνεργασία.
Η μη εξομοίωση της μουσουλμανικής μειονότητας με τον χριστιανικό πληθυσμό, καθιστά τους πρώτους ελεύθερους πολίτες του ελληνικού κράτους με το δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση και ανάπτυξη της προσωπικότητας τους αναμφισβήτητα κατοχυρωμένο.
Ειδικά σε ζητήματα εκπαίδευσης, η παιδεία που λαμβάνουν τα παιδιά της μειονότητας ανήκει αποκλειστικά στην δική τους δικαιοδοσία. Δεν υπάρχει κανένας περιορισμός φοίτησης σύμφωνα με το ελληνικό σύστημα λόγω υπηκοότητας
Είναι χαρακτηριστικό πως στην Κομοτηνή λειτουργεί τόσο ελληνικό όσο και μειονοτικό σχολείο. Η επιλογή είναι καθαρά προσωπική. Πρακτικά, είναι προτιμότερη η εκπαίδευση σύμφωνα με το ελληνικό σύστημα, αλλά αυτό δεν είναι απόλυτο.
Κατά βάση, τα παιδιά που πηγαίνουν σε ελληνικό σχολείο έχουν την προοπτική να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και να μπουν στην αγορά εργασίας ευκολότερα, έχοντας πιστοποίηση των γνώσεων τους από ελληνικό Α. Ε. Ι ή Τ. Ε. Ι.
Όσα παιδιά αποφασίζουν να ακολουθήσουν την επιλογή του μειονοτικού σχολείου, έχουν πάλι την δυνατότητα να συνεχίσουν τις σπουδές τους στην Ελλάδα, αλλά με μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας. Από την άλλη, υπάρχει ένα ποσοστό μαθητών που δίνει εξετάσεις για εισαγωγή σε τεχνικές σχολές και πανεπιστήμια στην Τουρκία. Βέβαια, υπάρχει και ένας μεγάλος αριθμός παιδιών που δεν συνεχίζουν το σχολείο πέρα από την υποχρεωτική εκπαίδευση και που ασχολούνται με πρακτικά κυρίως επαγγέλματα.
Είναι επόμενο πώς τα παιδιά που συναναστρέφονται με τον χριστιανικό πληθυσμό στο σχολείο και έπειτα στο πανεπιστήμιο αναπτύσσουν ισχυρότερους δεσμούς μεταξύ τους. Περνάνε περισσότερο χρόνο μαζί , διασκεδάζουν στα ίδια μέρη και συνάπτουν φιλικούς και ερωτικούς δεσμούς χωρίς να ενέχει ο φόβος του « κοινωνικού στιγματισμού » . Μάλιστα, το γεγονός ότι η επίδραση της θρησκείας στην ζωή των νέων ατόμων περιορίζεται όλο και περισσότερο είναι ένας ακόμα παράγοντας που εξαλείφει τις διαφορές μεταξύ τους.
Πάραυτα, τα παιδιά που παραμένουν σε μειονοτικά σχολεία ή σταματούν την εκπαίδευση τους πολύ νωρίς « κλείνονται » μέσα στην μειονότητα και οι συναναστροφές τους με τον χριστιανικό πληθυσμό περιορίζονται σε επαγγελματικό κυρίως επίπεδο. Η αιτία αυτής της συμπεριφοράς δεν εντοπίζεται στην μισαλλοδοξία μεταξύ των δύο εθνοτήτων αλλά στην δυσκολία επικοινωνίας (είναι χαρακτηριστικό πως σε κάποια χωριά έξω από την Κομοτηνή, αρκετοί άνθρωποι δεν μιλούν καν ελληνικά).
Αν και η κατάσταση έχει έτσι, τα φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού είναι απειροελάχιστα. Η ύπαρξη μικρού ποσοστού φανατισμένων χριστιανών και μουσουλμάνων δεν θα έπρεπε να παραληφθεί αλλά τουλάχιστον δεν δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων της Κομοτηνής.
Στην σημερινή ελληνική κοινωνία καθημερινά γίνεται λόγος για διάφορα γεγονότα και προβλήματα τα οποία αφορούν συγκεκριμένες περιοχές και κοινωνικές ομάδες. Κάποια από αυτά τα περιστατικά έχουν σχέση με διάφορες μειονοτικές ομάδες και, στην συγκεκριμένη περίπτωση με τη μουσουλμανική μειονότητα τις Θράκης.
Αν και πολύ συχνά παρακολουθούμε ένα γενικότερο παραλήρημα των ΜΜΕ για τις πολλές διαφορές που παρουσιάζουν οι μουσουλμάνοι με τον υπόλοιπο πληθυσμό, στην πραγματικότητα, τα πράγματα δεν είναι τόσο μονόπλευρα. Ειδικά στην Θράκη όπου το μουσουλμανικό στοιχείο είναι έντονο δεν παρουσιάζονται τεράστιες πολιτισμικές διαφορές με τους υπολοίπους κατοίκους. Σταδιακά μάλιστα, κυρίως λόγω της εκπαίδευσης, η μουσουλμανική θρησκεία έχει αρχίσει να χάνει την επιρροή της στους ανθρώπους, οι οποίοι γίνονται πιο ανοιχτοί και φιλελεύθεροι. Βέβαια, ακόμα παρατηρούνται σε πόλεις, όπως η Ξάνθη και η Κομοτηνή, χαρακτηριστικά των μουσουλμάνων όπως ο φερετζές. Αλλά σιγά-σιγά ένα μεγάλο κομμάτι του μουσουλμανικού πληθυσμού της Ελλάδας έχει αρχίσει να απαρνείται αυτά τα στοιχεία.
Όσον αφορά τις τριβές μεταξύ των χριστιανών και των μουσουλμάνων, έχουν ελαττωθεί σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αν βέβαια εξαιρέσει κανείς την ύπαρξη φανατισμένων ατόμων και από τις δύο πλευρές. Σε αυτό συμβάλλει και το γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι αισθάνονται Έλληνες και έχουν υπηρετήσει στον ελληνικό στρατό.
Σε γενικές γραμμές, οι άλλοτε βασικές πολιτισμικές διαφορές έχουν γίνει λιγότερο ορατές σε σχέση με το παρελθόν. Συνεπώς, ουσιαστικά, η κατάσταση σε παραμεθόριες περιοχές, όπως η Θράκη δεν πλησιάζει σε καμία περίπτωση την αντίληψη που προβάλλουν τα ΜΜΕ στην υπόλοιπη χώρα. Τα κοινωνικά προβλήματα του παρελθόντος, μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών, δεν υφίστανται παρά μόνο από άτομα φανατισμένα.